Νοσταλγοί της Αιωνιότητας
Ο καθαρός ανθρωπισμός είναι στην
πραγματικότητα το θείο εντός του ανθρώπου
(Ν. Μπερντιάεφ)
Ζούμε σ' ένα ενιαίο κόσμο αιτίου-αποτελέσματος, που στηρίζεται στους νόμους της φυσικής με τους οποίους τον ερμηνεύουμε θεωρητικά. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι μήπως έχουμε μετατρέψει τη χρονική ακολουθία των φαινομένων (δηλαδή τη συνήθεια εμφάνισής τους) σε μια αιτιώδη μεταξύ τους σχέση; Γι' αυτό ίσως κάποιες νεότερες θεωρίες (απροσδιοριστίας, χάους κ.λπ.) τείνουν να αναιρούν την άτεγκτη αυτή λογική αιτιοκρατία.
Στο
θέμα της ανθρώπινης βούλησης, για την ελευθερία της οποίας εξακολουθούν να
υφίστανται φιλοσοφικές διαμάχες, τείνει να γίνει αποδεκτό ένα σχήμα όπου
κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες δρουν αιτιοκρατικά πάνω στην ανάπτυξή
της, όμως ο άνθρωπος-πρόσωπο μπορεί παρόλα αυτά να κατευθύνει τη βούλησή του
(ελευθερία, απροσδιοριστία). Σε μια παραλληλία φυσικών και πνευματικών νόμων, η
έκφραση του προσωπικού κακού μέσα στο πνευματικό σύμπαν συνιστά νόμο εντροπίας.
Όμως
ο άνθρωπος του πνεύματος του Θεού θέλει να είναι απαλλαγμένος από τη φυσική του
έκπτωση και την εγκόσμια πολιτικοκοινωνική και πολιτισμική καθήλωση, που του
δεσμεύουν τη βούληση στο έγχρονο, επειδή είναι νοσταλγός της αιωνιότητας.
Στη
συνείδηση του αυθεντικού πιστού του Ιησού Χριστού, μόνο η εσχατολογική σημασία
της εγκόσμιας τραγωδίας νοηματοδοτεί την ανθρώπινη ιστορία που μόνο από το φως
της αιωνιότητας μπορεί να διαυγάσει. Γι' αυτό ο πιστός άνθρωπος θέλει να είναι
συνεργός του Θεού στην έλευση και πραγματοποίηση του βασιλείου της αιωνιότητας,
δηλαδή της Βασιλείας των Ουρανών.
Ο αυθεντικός πιστός έχει συνήθως το αίσθημα ότι είναι ριγμένος σ' ένα κόσμο, και ότι η ζωή του περνάει κάτω από μια αίσθηση υπερβατικής νοσταλγίας του αιωνίου. Γι' αυτό και στοχάζεται σε ένα κλίμα εννοιών: ο Θεός, ο άνθρωπος, η ζωή, ο θάνατος, η ελευθερία και η αναγκαιότητα. Και έχει υποχρέωση αυτού του προσωπικού φιλοσοφικού στοχασμού, όσο επίσης σημαντικοί εκπρόσωποι του φιλοσοφικού αθεϊσμού και αρvησιθεϊσμού κινούνται μέσα σ' ένα χώρο στοχασμού της ύπαρξης. Στο χώρο αυτό η ύπαρξη καταντά ανοηματική, μηδενιστική (το σαρτρικό «είναι» και το «μηδέν»), και τραγική (Α. Κέσλερ: «Το μηδέν και το άπειρο»), σε όλες της τις αντιφάσεις και αντινομίες. Εγκλωβίζεται στα αδιέξοδα του έγχρονου και του εγκόσμιου με αίσθηση ναυτίας και απελπισίας. Ο στοχασμός του πιστού ανθρώπου όμως είναι στις πύλες της θείας σωτηρίας στη θύρα που είναι μόνο ο Χριστός όχι σαν τους «βιαστές» που επιχειρούν να αρπάζουν τη βασιλεία. Ως νοσταλγός και συνεργός του Θεού, ποθεί τη μεταμόρφωση του πραγματικού σε ιδεώδες, και, παρ' όλο που δεν πιστεύει στην επίτευξη της τελειότητας μέσα σ' έναν ατελή και ξεπεσμένο κόσμο, είναι κατ' εξοχήν ευαίσθητος στον πόνο και στην τραγικότητα της ζωής, γι' αυτό και η ψυχή του συμπάσχει με τους πάσχοντες (κλαίει μετά κλαιόντων ). Αυτό συμβαίνει γιατί, στη συνείδηση του νοσταλγού της αιωνιότητας, η αποκάλυψη ενός Θεού που υποφέρει, ακριβώς γιατί αγαπά, είναι ανώτερη από την αποκάλυψη ενός Θεού επαρκούς και ικανοποιημένου από τον εαυτό του.
Ως
νοσταλγός έχει σταθερά στραμμένο το βλέμμα του προς το αιώνιο μέλλον, διατηρεί
μέσα του την αίσθηση του απόμακρου προς τον κόσμο, δηλαδή ενός ελεύθερου
πνεύματος, ενός προσώπου του οποίου η ελευθερία τείνει προς την υπέρβαση, προς
το θείο μυστήριο, μέσα σ' αυτή τη βίωση της αναμονής του έσχατου. Αυτή η
αίσθηση νοσταλγίας για τον αιώνιο χώρο του Πνεύματος, συμπλέει με την αίσθηση
της ελευθερίας που βιώνεται, όχι από το φυσικό άνθρωπο, όχι από το σύγχρονο
εξαριθμησμένο άτομο, αλλά από τον πνευματικό άνθρωπο, το πρόσωπο. Αυτή η ελευθερία
του πνεύματος αντιτίθεται στο ντετερμινισμό και στην αιτιοκρατία του φυσικού
κόσμου ( « ... όπου το Πνεύμα, εκεί και η ελευθερία ... »), ακριβώς όπως και η
αγάπη αποκαλύπτεται σαν αντίθεση προς την κοινωνική αντιπαλότητα και μια φυσική
εχθρότητα της «εξελισσόμενης» ύπαρξης στον αγώνα της.
Και
ότι προσβάλει αυτή την πνευματική ανεξαρτησία του προσώπου (η μαζικοποιημένη
πολιτική, η κατεστημένη θρησκεία, η δογματοποιημένη ιδεολογία, ο
επιστημονισμός, ο ιστορικισμός, ο «εξελικτισμός» κ.λπ.), και γενικά ότι μπορεί
να αντικειμενοποιεί και να αποπροσωποποιεί υποδουλωτικά τον άνθρωπο, και να τον
καθιστά άτομο και αριθμό, βρίσκει αντίθετο τον άνθρωπο του πνεύματος, το
νοσταλγό της αιωνιότητας. Ο νοσταλγός θεωρεί όλες αυτές τις προσβολές της
ελευθερίας του προσώπου σαν επικαλύμματα της κοσμικής πλάνης, και ιζήματα
ψεύδους.
Και
δεν μπορεί να νοηθεί αλλιώς, γιατί ο νοσταλγός είναι ο αφιερωμένος αναζητητής
της Αλήθειας, της Αλήθειας που, όταν την αναζητάς, έχεις ήδη πιστέψει στην
ύπαρξη της, που όμως είναι εκτός του κόσμου τούτου, μέσα στο κλίμα ενός
πνευματικού μυστηρίου όπου ο Θεός γεννάται εντός του ανθρώπου και ο άνθρωπος
εντός του Θεού.
Το
νόημα της ζωής, η ελευθερία του πνεύματος, ο προορισμός του ανθρώπου, ο πόνος,
το κακό, η αιωνιότητα, για τον πιστό άνθρωπο, συγκεφαλαιώνονται στην θεανθρώπινη
ύπαρξη του Ιησού. Είναι αυτή η μόνη ύπαρξη που, μαζί με τους πιστούς του, δίνει
διαχρονικά την πνευματική μάχη με το κοσμικό πεπερασμένο της φθαρτότητας και
του θνητού, εν ονόματι του απείρου, της ζωής και του αιώνιου.
Και
ο στόχος παραμένει πάντα ο ίδιος, δηλαδή η επαναστατικότητα ενάντια σε κάθε
μορφή υποδούλωσης της συνείδησης, με τελικό σκοπό την πνευματική μεταμόρφωση
του κόσμου, όπου ο Θεός θα είναι «τα πάντα εν πάσι».
Ο
νοσταλγός της αίσθησης ότι η αλήθεια, το ωραίο, το αγαθό δεν μπορεί να
προκύπτουν τόσο από μορφές συνείδησης συλλογικής και ιδίως μαζικοποιημένης
(φυλετική, κοινωνικοταξική, εθνική, θρησκευτική κ.λπ.), αλλά κύρια προκύπτουν
από την υπερβατική συνείδηση, που εγγίζει τα κράσπεδα της θείας παρουσίας, όπως
ο Ησαΐας στην όραση του Κυρίου στο Ναό. Και αυτό γιατί η οποιαδήποτε συλλογική
συνείδηση έχει την τάση υποταγής της προσωπικότητας, την τάση καταπίεσης της,
ώστε να διαφαίνεται ένα στοιχείο-κίνδυνος πνευματικού ολοκληρωτισμού στην συλλογικότητα.
Στον αιώνα μάλιστα της πληροφορικής που ζούμε, αυτό τείνει να λάβει τερατώδεις
διαστάσεις.
Η
συλλογική συνείδηση - ιδιαίτερα η σύγχρονη που καταπιέζει το πνεύμα του προσώπου
- συνήθως διαπερνάται από ένα στοιχείο διονυσιακό, οργιακό, εν τέλει δαιμονικό
που, με τη μορφή του πολιτισμικού «γίγνεσθαι», έχει αποπνίξει την αγάπη, ο
ειδωλολατρισμός έχει επισκοτίσει την αλήθεια και ο νεοβαρβαρισμός έχει αντικαταστήσει
τη προσωπική ελευθερία. Είναι το κλίμα της μαζικοποιημένης και αγελαίας
συνείδησης, που πολεμά την ελευθερία της σκέψης και του προσώπου και αποξενώνει
την ατομική συνείδηση, τη μόνη που αποτελεί το πιο βαθύ σημείο επαφής του ανθρώπου
με τον Θεό (Ν. Μπερντιάεφ).
Όμως
μόνο ατομικές, αυθεντικές συνειδήσεις των νοσταλγών της αιωνιότητας, μπορούν να
συγκροτήσουν τις μικρές εκείνες οάσεις πίστης στον Ιησού, μέσα στη σύγχρονη
αρνησίθεη έρημο του μεταχριστιανικού κόσμου που βιώνουμε και που απεργάζεται ταχύτατα
την έλευση του αντιχριστιανικού.
Γι'
αυτό και οι δουλωτικές ιδεολογικές τάσεις, με οποιαδήποτε μορφή και αν
εκδηλώνονται, είτε σαν εκκλησιαστικές αυθεντίες, είτε σαν πολιτικές - και
απαξιωμένες - σκοπιμότητες, είτε σαν θεωρητικές μισαλλοδοξίες, είναι εχθρικές
προς τις ατομικές, αυθεντικές, συνειδήσεις των νοσταλγών. Γιατί μόνο μέσα στο κλίμα
της νοσταλγίας του αιώνιου μπορεί να ευρεθεί η λυτρωτική διαφυγή ( « ... ανάβα
εδώ ... »), δηλαδή η ανόρθωση της ξεπεσμένης αξιοπρέπειας του προσώπου. Και σ'
αυτό το κλίμα είναι που ο άνθρωπος εκφωνεί με τον ψαλμωδό της Βίβλου: «Το
πρόσωπό Σου, Κύριε είναι σωτηρία» και « ... Συ είσαι η σωτηρία μου και ο Θεός
μου».
Πέτρος Η. Γιαννακάκος
Σχόλια