Θεολογικές επιπτώσεις από την ιστορικότητα της Ανάστασης του Ιησού. Μια βιβλιοκριτική

Τι συνέβη το πρωί του Πάσχα; Ο Νίκολας Ράιτ πιστεύει ότι αυτή η ερώτηση, που αποτελεί και το κεντρικό θέμα του βιβλίου, σχετίζεται στενά με το ερώτημα γιατί ξεκίνησε ο Χριστιανισμός και γιατί πήρε τη μορφή που πήρε. Η πρόθεσή του, όπως ομολογεί ο ίδιος, ήταν να γράψει για τις ιστορικές απαρχές του Χριστιανισμού και για το ζήτημα του Θεού – όχι εύκολο εγχείρημα, δεδομένου του όγκου της ιστορικής και θεολογικής σκέψης που έχει επενδυθεί στην έρευνα αυτού του θέματος, γι' αυτό ίσως το βιβλίο έφτασε να μετρά  πάνω από 800 σελίδες. Ο σκοπός του, υποστηρίζει ο συγγραφέας, καθορίζεται από δύο υπο-ερωτήματα: τι νόμιζαν οι πρώτοι Χριστιανοί ότι συνέβη στον Ιησού και τι μπορούμε να πούμε σήμερα για την αληθοφάνεια αυτών των πεποιθήσεων;

Ο Ράιτ γνωρίζει καλά τον αγώνα των τελευταίων  διακοσίων ετών για να κρατηθούν ιστορία και θεολογία σε απόσταση αναπνοής μεταξύ των. Οι αφηγήσεις περί ανάστασης στα κανονικά ευαγγέλια συνήθως αντιμετωπίζονται από τη μετα-Διαφωτιστική επιστήμη ως απλές αναδρομικές προβολές της μεταγενέστερης χριστιανικής πίστης, με τρανταχτούς ισχυρισμούς περί ιστορικής αλήθειας. Ο Ράιτ θεωρεί πως  μια τέτοια κατανόηση της ανάστασης του Ιησού εξακολουθεί να είναι ευρέως αποδεκτή από επιστήμονες όπως και πολλές εκκλησίες: «Ανάσταση» θα μπορούσε να σημαίνει διαφορετικά πράγματα, όπως π.χ., πως ο Παύλος δεν πίστευε στη σωματική ανάσταση αλλά είχε μια «πνευματική» άποψη γι’ αυτή. Επίσης, ότι οι πρώτοι Χριστιανοί χρησιμοποιούσαν τη γλώσσα της «ανάστασης» για να δηλώσουν μια τέτοια πεποίθηση, αλλά επειδή είχαν υποστεί ένα είδος  παραισθήσεων ή είχαν αυξημένη τη φαντασία τους, ανεξάρτητα από αυτό που συνέβη με το σώμα του Ιησού, σίγουρα δεν πρέπει να «αναστήθηκε από τους νεκρούς» με την έννοια που φαίνεται να απαιτούν οι ιστορίες του Ευαγγελίου. Ο Ράιτ τα αμφισβητεί όλα αυτά, τονίζοντας πως η ανάσταση του Ιησού ήταν το ίδιο αμφιλεγόμενη πριν από χίλια εννιακόσια χρόνια όπως είναι και σήμερα. Η ανακάλυψη ότι οι νεκροί μένουν νεκροί δεν είναι εφεύρεση των φιλοσόφων του Διαφωτισμού.

Ο Ράιτ καταδεικνύει ότι μια τέτοια θέση, όσο και αν θέλει  να είναι της μόδας, οδηγεί σε τεράστια ιστορικά προβλήματα που όμως διαλύονται όταν οι περιγραφές αντιμετωπίζονται ως αυτό που πίστευαν οι πρώτοι Χριστιανοί, ότι συνέβη πραγματικά. Δεν πρόκειται για φύλλα στα κλαδιά του πρώιμου Χριστιανισμού αλλά μάλλον για τον ίδιο τον κορμό από τον οποίο ξεπήδησαν τα κλαδιά αυτά.

Υπάρχει εναλλακτική εξήγηση για την άνοδο της πρώτης εκκλησίας; Ο πρώιμος Χριστιανισμός ήταν πέρα για πέρα ένα κίνημα «ανάστασης» και ο Ράιτ εξηγεί τί ακριβώς περιλαμβάνει η «ανάσταση»: το πέρασμα από το θάνατο σε ένα νέο είδος σωματικής ύπαρξης, με τον Ιησού πρώτο και όλους τους άλλους πιστούς αργότερα. Η απάντηση του πρώιμου Χριστιανισμού βασιζόταν στη σταθερή πεποίθηση ότι ο Ιησούς είχε αναστηθεί από τους νεκρούς, ο τάφος του ήταν άδειος και αρκετοί άνθρωποι, που δεν ήταν προηγουμένως ακόλουθοι του Ιησού, ισχυρίστηκαν ότι τον είδαν ζωντανό με τρόπο για τον οποίο η γλώσσα των φαντασμάτων, των πνευμάτων κλπ. δεν τους καλύπτει.. Αν αφαιρέσει κανείς κάποιο από αυτά τα ιστορικά συμπεράσματα, η πίστη της πρώτης εκκλησίας αρχίζει να γίνεται ανεξήγητη, ισχυρίζεται ο Ράιτ.

Ποια είναι λοιπόν η θεολογική επίδραση της ανάστασης; Ο Ράιτ προσφέρει μερικές υποδείξεις στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου: «Ο θάνατος—η εξαφάνιση των πλασμάτων που φέρουν την εικόνα του Δημιουργού—δεν θεωρήθηκε καλό πράγμα, αλλά ένας εχθρός που έπρεπε να νικηθεί... Οι πρώτοι Χριστιανοί είδαν την ανάσταση του Ιησού ως πράξη του Θεού της Διαθήκης, εκπληρώνοντας τις υποσχέσεις Του να αντιμετωπίσει επιτέλους το κακό» (727). Επιπλέον, «αποκαλώντας τον Ιησού ‘γιο του θεού’... αποτελούσε άρνηση υποχώρησης, την αποφασιστικότητα να πάψει η χριστιανική μαθητεία και να μετατραπεί σε ιδιωτική λατρεία, αίρεση, θρησκεία μυστηρίου. Ξεκίνησε μια εκτίμηση του κόσμου. Και αναπτύχθηκε σε μια θετική θεώρησή του, όπως και της δημιουργίας. Αρνήθηκε να παραδώσει τον κόσμο στους άρχοντες και στις εξουσίες, αλλά διεκδίκησε ακόμη και γι’ αυτά πίστη στον Μεσσία που τώρα ήταν ο Κύριος» (729). Και, τέλος: «Η ανάσταση, με την πλήρη εβραϊκή και πρωτοχριστιανική της έννοια, είναι η απόλυτη επιβεβαίωση ότι η δημιουργία έχει σημασία και αξία, και ότι τα ενσαρκωμένα ανθρώπινα όντα έχουν σημασία» (730).

Αυτά τα ισχυρά μηνύματα, που πηγάζουν από την ιστορικότητα της ανάστασης, προσφέρουν τη βάση για το κήρυγμα ενός μηνύματος ελπίδας σε μια ταλαιπωρημένη και απελπισμένη ανθρωπότητα, ένα μήνυμα που αποδεικνύει ότι είναι η ανάσταση  ο πραγματικός λόγος πίσω από το δυναμικό κίνημα του Χριστιανισμού που άλλαξε τον κόσμο κυριολεκτικά.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«Η Ινδία που ξέραμε χάνεται γρήγορα», σχολιάζει χριστιανός επίσκοπος το viral βίντεο που έχει προκαλέσει οργή

Κωνσταντίνος Μεταλληνός

Παράδοξα της πίστης