Γιατί η Βίβλος είναι ο Λόγος του Θεού;

Στο πέρασμα των αιώνων, αν και έχει γραφτεί ένας τεράστιος αριθμός βιβλίων, λίγα από αυτά μπορούν πραγματικά να θεωρηθούν σπουδαία. Ωστόσο, υπάρχει ένα βιβλίο που είναι πραγματικά μοναδικό: η Βίβλος. Γράφτηκε και συγκροτήθηκε σε χρονικό διάστημα δεκαπέντε αιώνων από σαράντα συγγραφείς και πλέον. Έχει μεταφραστεί σε όλες σχεδόν τις γλώσσες και διαλέκτους, και έχει τυπωθεί σε περισσότερα αντίτυπα από κάθε άλλο βιβλίο, αποτελώντας μοναδική πηγή έμπνευσης για εκατομμύρια ανθρώπους.

Ως χριστιανοί πιστεύουμε ότι η Αγία Γραφή είναι μοναδική, επειδή είναι θεόπνευστος. «Η Γραφή είναι αξιόπιστη επειδή πίσω της βρίσκεται ο αξιόπιστος Θεός», γράφει ο Καρλ Τρούμαν [1]. Μια τέτοια δήλωση συνοψίζει το νόημα της αξιοπιστίας της Γραφής που είναι αξιόπιστη σε ότι επιβεβαιώνει. Δεν αναφέρεται στο κάθε τι, αλλά σε ό,τι αναφέρεται, λέει την αλήθεια. Η έννοια της ‘αξιοπιστίας’ της Γραφής συνδέεται με την αληθινότητα του Θεού. Ο αληθινός Θεός «ενέπνευσε» έναν αληθινό Λόγο. Γι’ αυτό και κάθε απολογητική σκέψη ή επιχείρημα εμπνέεται και οδηγεί αναγκαστικά στο Λόγο του Θεού.

Ο αμερικανός θεολόγος Matthew Barrett ορίζει την έμπνευση της Γραφής ως την «ενέργεια κατά την οποία το Άγιο Πνεύμα επήλθε στους συγγραφείς της Γραφής, ωθώντας τους να γράψουν ακριβώς αυτά που ήθελε ο Θεός, διατηρώντας ταυτόχρονα το ύφος γραφής και την προσωπικότητα του εκάστοτε συγγραφέα. Το υπερφυσικό αυτό έργο του Αγίου Πνεύματος πάνω σε ανθρώπινους συγγραφείς σημαίνει ότι τα λόγια τους είναι λόγια του Θεού, αξιόπιστα, αλάθητα, έγκυρα» [2]. Ο όρος ‘αλάθητο’ είναι «απόρροια έμπνευσης … οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος», καταλήγει.

Στο βιβλίο του ‘Ο Λόγος Σου είναι Αλήθεια’ ο θεολόγος Edward Young γράφει: «Ο πραγματικός λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι αντιτίθενται στο δόγμα του αλάθητου της Γραφής είναι ότι δεν είναι πρόθυμοι να ασπαστούν τη βιβλική διδασκαλία περί έμπνευσής της. Μια Βίβλος που σφάλλει – και εννοούμε στο πρωτότυπο κείμενό της – είναι Βίβλος χωρίς θεϊκή έμπνευση» [3]. Άλλωστε, ο ίδιος ο Ιησούς επιβεβαίωσε το αλάθητο της Γραφής (π.χ. Ματθ. 5: 18-19). Όσοι απορρίπτουν την θεία έμπνευση της Γραφής, απορρίπτουν την άποψη του ίδιου του Χριστού.

Ένας σκεπτικιστής θα αντέτεινε πως εδώ πρόκειται για κυκλική αναφορά επειδή οι πληροφορίες μας περί Ιησού προέρχονται από την ίδια τη Γραφή. Τρία στοιχεία υποστηρίζουν την πεποίθηση περί αυθεντικότητας της Καινής Διαθήκης (ΚΔ) [4]:

Πρώτον, η κριτική του κειμένου που βασίζεται εξ ολοκλήρου στα σωζόμενα χειρόγραφα οδηγεί σε προσέγγιση του αρχικού κειμένου. Στην περίπτωση της ΚΔ, αν περιοριστούμε μόνο στα χειρόγραφα της πρωτότυπης γλώσσας, έχουμε πάνω από 5.300 αντίγραφα, συμπεριλαμβανομένων και κάποιων θραυσμάτων. Τα περισσότερα από αυτά βρέθηκαν σε βιβλιοθήκες μοναστηριών. Η αρχαιότερη πλήρης ΚΔ βρέθηκε σε ένα μοναστήρι στο όρος Σινά και χρονολογείται από το 350 μ.Χ.

Δεύτερον, η ΚΔ περιέχει έναν τεράστιο αριθμό χειρογράφων, που εμφανίζονται σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα συγγραφής από το παλαιότερο αντίγραφό τους, 20 με 30 χρόνια, που σηματοδοτεί μια γρήγορη εξάπλωση του Χριστιανισμού της εποχής. Σε αντίθεση, η Ιλιάδα του Ομήρου έχει πιθανώς την επόμενη μεγαλύτερη χειρόγραφη αυθεντία σε σύγκριση με την ΚΔ και χρονολογείται γύρω στο 900 π.Χ. Το παλαιότερο αντίγραφο της είναι από το 400 π.Χ. — ένα διάστημα 500 ετών. Ο συνολικός αριθμός των χειρογράφων είναι 643 και οι αναγνώσεις συμφωνούν περίπου στο 95 % των περιπτώσεων. Ο Πλάτων έγραψε τις Τετραλογίες του μεταξύ 427 και 347 π.Χ. Το παλαιότερο σωζόμενο αντίγραφο είναι από το 900 μ.Χ. — 1300 χρόνια αργότερα. Γνωρίζουμε μόνο επτά χειρόγραφα του. Σε αντίθεση με αυτά, εκτός από τα πρωτότυπα χειρόγραφα της ΚΔ, έχουμε περίπου 8.000 λατινικές Vulgate και 9.300 άλλες πρώιμες εκδόσεις.

Τρίτον, οι αναφορές της Γραφής στα γραπτά των Πατέρων της Εκκλησίας περιέχουν αποσπάσματα σχεδόν ολόκληρης της ΚΔ έτσι που εκείνη θα μπορούσε να ανακατασκευαστεί μόνο από αυτά.

Επίσης, ο Ιησούς με το αξίωμα του αποστόλου, όπως το εισήγαγε, ως φύλακα, συντηρητή και κήρυκα του μηνύματος της λύτρωσης, έδωσε άμεση εξουσιοδότηση στους αποστόλους ως αυτόπτες μάρτυρες να μεταφέρουν τη ‘φωνή’ Του στον κόσμο: «Εκείνος που σας ακούει ακούει εμένα, και αυτός που σας απορρίπτει απορρίπτει εμένα» (Λουκάς 10: 16). Επίσης, ο απόστολος Πέτρος καθιστά σαφές ότι τα λόγια των αποστόλων είναι λόγια του ίδιου του Ιησού, και επομένως ισάξια με εκείνα των προφητών (Β΄ Πέτρου 3: 2). Το περιορισμένο διάστημα ζωής των αποστόλων κατέστησε σαφές ότι ποτέ οι ίδιοι δεν θα μπορούσαν να φέρουν το μήνυμα του Χριστού στα πέρατα της γης αυτοπροσώπως, συνεπώς υπάρχει μια σιωπηρή εντολή του Ιησού για «καταγραφή του μηνύματός του». Γι’ αυτό η γραπτή ΚΔ δεν ήταν κάτι που η εκκλησία αποφάσισε να εγκαταστήσει ΄επίσημα’, αλλά η φυσιολογική συνέχεια της αποστολικής διακονίας. Έτσι, «η έννοια του κανόνα της Καινής Διαθήκης όχι μόνο υπήρχε πριν από τα μέσα του δεύτερου αιώνα, αλλά πολλά από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης είχαν ήδη συλλεχτεί και χρησιμοποιούνταν ως έγκυρα έγγραφα στη ζωή της εκκλησίας» [5].



[1] Carl R. Trueman, “The God of Unconditional Promise,” στο The Trustworthiness of God: Perspectives on the Nature of Scripture, Paul Helm και Carl R. Trueman (επιμ.), (Grand Rapids: Eerdmans, 2002), σ. 178.

[2] Matthew Μ. Barrett, God's Word Alone. The Authority of Scripture, (Grand Rapids: Zondervan Academic, 2016), σ. 229.

[3] E. J. Young, Thy Word Is Truth: Some Thoughts on the Biblical Doctrine of Inspiration, (Edinburgh: Banner of Truth, 1957, επανεκτύπωση 1997), σ. 17.

[4] Βλ. ανάρτηση του Κωστή Κοσμέα «Ἑιναι αξιόπιστα τα κείμενα της Καινής Διαθήκης;» στο ιστολόγιό μου https://efilos.blogspot.com/2014/09/blog-post.html.

[5] Andreas J. Köstenberger και Michael J. Kruger, The Heresy of Orthodoxy. How Contemporary Culture's Fascination with Diversity Has Reshaped Our Understanding of Early Christianity, (Wheaton: Crossway, 2010), σ. 149.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«Η Ινδία που ξέραμε χάνεται γρήγορα», σχολιάζει χριστιανός επίσκοπος το viral βίντεο που έχει προκαλέσει οργή

Κωνσταντίνος Μεταλληνός

Παράδοξα της πίστης