Πως η κοινωνία των πιστών «ακονίζει» η ικανότητά μας για αγάπη

Μεταφέρω απόσπασμα από άρθρο του Dr. Art Lindsley, μέλους του «Ινστιτούτου C. S. LEWIS: Μαθητεία Καρδιάς και Νου» σε μετάφραση της Δρας Γιούλικα Κ. Masry. Ολόκληρο το κείμενο θα το βρείτε εδώ.

Γιατί οι άνθρωποι σήμερα νομίζουν ότι μπορούν να τα καταφέρουν στην απομόνωση; Υποθέτω πως ένας απ’ τους κύριους λόγους είναι ότι ζούμε σε μια κοινωνία η οποία εκτιμά υπερβολικά την αυτονομία και την ανεξαρτησία. Ένας Άγγλος ποιμένας συνάντησε στο Νιου Ίνγκλαντ της Αμερικής την εξής επιγραφή: «Δεν υπηρετούμε κανέναν κυρίαρχο σ’ αυτό τον τόπο». Απόρησε πώς θα μιλούσε για τον Ιησού Χριστό και την κυριαρχία του Θεού σε μια κοινωνία που ως επί το πλείστον εκτιμά την ανεξαρτησία. Παρόλα αυτά, το συνηθέστερο παράπονο των Αμερικανών γονιών για τα παιδιά τους είναι ότι είναι υπερβολικά ανεξάρτητα. Πραγματικά, πολλοί άνθρωποι παίρνουν αυτή τη θέση, «Δεν σε χρειάζομαι», «Δεν χρειάζομαι κανέναν». Για ορισμένους η αυτάρκεια είναι η μεγαλύτερη απ’ όλες τις αρετές. Τι γίνεται όμως στην πράξη; Χρειαζόμαστε τους άλλους; Μας χρειάζονται οι άλλοι; Τι συμβαίνει όταν ζούμε στην απομόνωση;



«Όταν ζούμε τη ζωή μας στην απομόνωση, εκείνο που εμείς έχουμε δεν είναι προσιτό στους άλλους κι εκείνο που μας λείπει, δεν μπορούμε να το προμηθευτούμε», έγραψε ο Πατέρας της Εκκλησίας Μέγας Βασίλειος. Όταν ζούμε τη ζωή μας ανεξάρτητα απ’ τους άλλους, οι άλλοι στερούνται, γιατί δεν μπορούν να επωφεληθούν από τα δικά μας χαρίσματα. Εκείνο που εμείς έχουμε, δεν τους είναι διαθέσιμο. Αλλά κι εμείς στερούμαστε επειδή, όταν μας λείπει κάτι, δεν μπορούμε να το πάρουμε απ’ τους άλλους, αφού τα χαρίσματά τους δεν είναι διαθέσιμα σ’ εμάς.

Έχουμε πάντα ανάγκη ο ένας τον άλλο. Ο C. S. Lewis γράφει, «ο άνθρωπος δεν είναι παρά μια πελώρια ανάγκη». Εντούτοις, συχνά περνάμε ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μας αρνούμενοι αυτή την «πελώρια ανάγκη» και σ’ αυτό συντελεί και η κουλτούρα μας η οποία μας τυφλώνει. Κάποτε είδα ένα έργο με τον τίτλο “La Strada” στο οποίο ο Άντονι Κουίν έπαιζε ένα σκληρόκαρδο ηθοποιό τσίρκου. Μια νεαρή κοπέλα ένιωθε να ενδιαφέρεται γι’ αυτόν και τελικά έφυγαν κι οι δύο απ’ το τσίρκο και προσπαθούσαν να βγάλουν τα προς το ζην γυρίζοντας από πόλη σε πόλη. Εκείνος της φερόταν άκαρδα, αλλά εκείνη υπέμενε γιατί τον αγαπούσε. Ύστερα από ένα διάστημα τη βαρέθηκε και μια μέρα την παράτησε στην άκρη του δρόμου ενώ εκείνη ήταν κοιμισμένη. Όταν η κοπέλα ξύπνησε, ένιωσε κυριολεκτικά παντέρημη. Άρχισε να ταξιδεύει από πόλη σε πόλη και να ζει μια μοναχική ζωή. Προς το τέλος του έργου εκείνος προσπαθεί να την ξαναβρεί και πηγαίνει στην πόλη που ζούσε όπου όμως μαθαίνει ότι εκείνη είχε πεθάνει. Ακούει τα όσα λέγονται για τη βαθιά της θλίψη και στο τέλος του έργου αρχίζει να μιλάει μόνος του και να επαναλαμβάνει: «Δεν χρειάζομαι κανέναν», κάτι που λέει ακόμα κι όταν στρέφει το βλέμμα του προς τον Ουρανό. Έπειτα αναλύεται σε δάκρυα. Τελικά, ο άνθρωπος αυτός είχε περισσότερες ανάγκες απ’ ό,τι νόμιζε.

Στην Αγία Γραφή υπάρχει ένα σημείο που μιλάει γι’ αυτήν ακριβώς την ανάγκη του ανθρώπου. Πρόκειται για το κλασικό κείμενο που αναφέρεται στο «Σώμα του Χριστού» (Α’ Κορ. 12 ). Το κείμενο αυτό πραγματεύεται δύο λανθασμένες πεποιθήσεις: Πρώτον, το «Εμένα δεν με χρειάζεται κανείς» και δεύτερον, το «Εγώ δεν χρειάζομαι κανέναν».

Εμένα δεν με χρειάζεται κανείς. Ο απόστολος Παύλος λέει πως ακόμα κι αν είσαι ένα όχι και τόσο σημαντικό μέλος του σώματος, όπως θα ήθελες να είσαι, ακόμα κι αν εσύ νομίζεις πως δεν είσαι απαραίτητος, σφάλλεις. Όλα τα μέλη του σώματος είναι απαραίτητα —και χρειάζεται να λειτουργούν σωστά— προκειμένου να είναι υγιές το σώμα. Ίσως θα ήθελες να είσαι το χέρι, αλλά είσαι το πόδι. Σημαίνει άραγε αυτό ότι δεν μετράς; Ο απόστολος Παύλος απαντά και λέει: «Εάν είπη ο πους, Επειδή δεν είμαι χειρ, δεν είμαι εκ του σώματος∙ διά τούτο τάχα δεν είναι εκ του σώματος; Και αν είπη το ωτίον, Επειδή δεν είμαι οφθαλμός, δεν είμαι εκ του σώματος∙ διά τούτο δεν είναι τάχα εκ του σώματος; Εάν όλον το σώμα ήναι οφθαλμός, πού η ακοή; Εάν όλον ακοή, πού η όσφρησις; Αλλά τώρα ο Θεός έθεσε τα μέλη εν έκαστον αυτών εις το σώμα, καθώς ηθέλησεν» (Α΄ Κορ. 12, 15-18). Κάποτε, όταν έκανα μια ομιλία σε μια ομάδα ανύπαντρων, συνάντησα μια νεαρή κοπέλα που ήταν πεπεισμένη πως δεν είχε τίποτε να προσφέρει σε κανέναν. Της θύμισα τις αρχές της Αγίας Γραφής ότι ο κάθε άνθρωπος έχει ένα χάρισμα και γι’ αυτό είναι απαραίτητος. Της έκανα διάφορες ερωτήσεις για τον εαυτό της και στη συνέχεια της υπέδειξα τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να συμβάλει στη ζωή των άλλων. Δεν είμαι σίγουρος ότι την έπεισα. Αλλά είναι αναγκαίο να το γνωρίζουμε αυτό. Είσαι ένα σημαντικό και απαραίτητο μέλος του σώματος του Χριστού το οποίο δεν θα αναπτυχθεί χωρίς τη συμβολή των δικών σου χαρισμάτων. Ακόμα κι αν ο ρόλος που σου έχει ανατεθεί δεν είναι πολύ σημαντικός, οι άλλοι θα νιώσουν την απουσία της συμβολής σου και θα υστερήσουν κατά το μέτρο αυτό.

Εγώ δεν χρειάζομαι κανέναν. Στην άλλη πλευρά του νομίσματος υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι, στην απόλυτη αυτάρκεια και αλαζονεία τους, νομίζουν ότι είναι ανώτεροι απ’ τους άλλους και δεν έχουν ανάγκη κανέναν. Ο απόστολος Παύλος γράφει: «Και δεν δύναται ο οφθαλμός να είπη προς την χείρα, Δεν έχω χρείαν σου∙ Ει πάλιν η κεφαλή προς τους πόδας, Δεν έχω χρείαν υμών. Αλλά πολύ περισσότερον τα μέλη του σώματος τα οποία φαίνονται ότι είναι ασθενέστερα, ταύτα είναι αναγκαία» (Α΄ Κορ. 12, 21-23). Είναι εύκολο να θεωρεί κανείς τον άλλο κατώτερό του εξαιτίας της μόρφωσης, της θέσης του, του φύλου, της φυλής, του κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου του ή της εμφάνισής του. Η Αγία Γραφή καταδικάζει αυτού του είδους την ανωτερότητα. Όλοι μας έχουμε ανάγκες και είναι απαραίτητο να είμαστε ανοιχτοί στην πιθανότητα ότι κάποιος τελείως διαφορετικός από μας μπορεί να ικανοποιήσει τη δική μας ανάγκη.

«Εμένα δεν μου χρειάζεται η εκκλησία. Το μόνο που χρειάζομαι είναι η χριστιανική ομαδούλα μου». Αυτός ο ισχυρισμός ακούγεται πολύ συχνά, ιδίως από φοιτητές, μαθητές ή τους ανύπαντρους. Συχνά οι άνθρωποι αυτοί απλά αντιδρούν στις ελλείψεις των εκκλησιών τις οποίες έχουν γνωρίσει στο παρελθόν και αυτό πρέπει να το σεβαστεί κανείς και να έχει τη σχετική κατανόηση. Μερικές φορές οι άνθρωποι φεύγουν απ’ τις εκκλησίες τους όχι γιατί έχασαν την πίστη τους, αλλά προκειμένου να τη διατηρήσουν. Ο David Barrett, συγγραφέας της Εγκυκλοπαίδειας World Christian Encyclopedia, υπολογίζει ότι υπάρχουν 112 εκατομμύρια χριστιανών σε όλο τον κόσμο οι οποίοι δεν πηγαίνουν σε εκκλησία (δηλαδή ένα 5% του συνόλου το οποίο θεωρεί τον εαυτό του χριστιανό).

Φυσικά, μπορεί να βρεθούμε μπροστά σε πολύ μεγάλο πρόβλημα όταν συγκρίνουμε την ιδεατή εκκλησία της Καινής Διαθήκης με την πραγματικότητα της κάθε εκκλησίας, όπου υπάρχουν αναμφισβήτητα πάμπολλοι λόγοι για απογοήτευση. Ένας συγγραφέας είπε ότι η εκκλησία είναι σαν την Κιβωτό του Νώε: «Αν δεν υπήρχε ο κατακλυσμός απέξω, δεν θα μπορούσες να αντέξεις την κακοσμία μέσα». Ο Μαρτίνος Λούθηρος, παλιά, στα χρόνια της Μεταρρύθμισης, ήταν πλήρως ενήμερος των μεγάλων ατελειών των επί μέρους εκκλησιών στον κύκλο του. Και είπε: «Αντίο σ’ εκείνους που επιθυμούν μια τελείως αγνή και εξαγνισμένη εκκλησία. Κάτι τέτοιο απλά ισοδυναμεί με το να μην επιθυμούν να έχουν καμία εκκλησία». Αυτού του είδους η προσδοκία για μια τέλεια εκκλησία αποτελεί εμπόδιο για την ανάδειξη των δυνατοτήτων που μπορεί να έχουμε στη διάθεσή μας για τη δημιουργία πραγματικά καλών αλλά όχι τέλειων εκκλησιών.

Αν δεν ενταχθούμε σε συγκεκριμένο σώμα πιστών χριστιανών, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να αποκτήσουμε μια εις βάθος κοινωνία με άλλους. Το πρόβλημα αυτό του ιδεαλισμού και της τελειοθηρίας εμφανίζεται συχνά στη ζωή των ανθρώπων. Έχω επισημάνει το μοντέλο αυτής της τάσης. Αρχικά ένα άτομο ή ζευγάρι αποφασίζει να πάει σε μια εκκλησία επειδή πιστεύει ότι ο ποιμένας, η λατρεία, η κοινωνία με τους άλλους πιστούς, κλπ. είναι εξαιρετική. Συνιστούν μάλιστα πολύ θερμά την εκκλησία αυτή και σε άλλους. Μετά όμως από μερικά χρόνια (ή μήνες) αρχίζουν να νιώθουν ανικανοποίητοι από το κήρυγμα, τον ποιμένα, την ηγεσία της εκκλησίας, τα μέλη της, τον τρόπο λατρείας ή κάποιο άλλο πράγμα. Φεύγουν και μετακομίζουν σε άλλη εκκλησία όπου ο κύκλος επαναλαμβάνεται. Και πάλι νομίζουν ότι έχουν βρει την τέλεια εκκλησία! Αλλά όχι. Ύστερα από λίγον καιρό ούτε αυτή είναι η τέλεια… Έτσι ή γυρίζουν από εκκλησία σε εκκλησία για όλη τους τη ζωή ή απλά παραιτούνται. Με αυτό βέβαια δεν εννοώ ότι πρέπει κανείς πάντοτε να μένει στην ίδια εκκλησία και ποτέ να μην αλλάζει. Αν υπάρχουν σοβαροί λόγοι να φύγετε από μια εκκλησία, οπωσδήποτε να φύγετε. Να συνειδητοποιήσετε όμως ότι, αν δεν ενταχθείτε ποτέ σε ένα συγκεκριμένο σώμα πιστών και δεν συνεχίσετε παρόλα τα εμπόδια, αν δεν επιμείνετε στο να αγαπάτε κι όταν ακόμα αυτό είναι οδυνηρό, δεν θα αναπτύξετε ποτέ βαθιές σχέσεις στην κοινωνία των πιστών. Υπάρχουν περιπτώσεις που είναι απαραίτητο να συγχωρήσουμε, να συμφιλιωθούμε ή να υποχωρήσουμε —όσο κι αν πονάει αυτό. Η πραγματική κοινότητα απαιτεί να συνεχίσουμε να αγαπάμε παρά τις δυσκολίες που παρουσιάζουν τα άτομο τα οποία πραγματικά δεν είναι αξιαγάπητα. Πολλές φορές είναι αυτό ακριβώς το «ακόνισμα» που χρειάζεται η αγάπη, αντί να φεύγουμε και να απομακρυνόμαστε απ’ τους άλλους.

Πάνω απ’ όλα όμως η κοινωνία των πιστών είναι απαραίτητη (για σας όπως και για μένα) γιατί μ’ αυτό τον τρόπο «ακονίζεται» η ικανότητά μας για αγάπη. Χρειάζεται να ενθαρρύνετε τους άλλους να αγαπούν μ’ αυτό τον τρόπο και χρειάζεστε τους άλλους να ενθαρρύνουν εσάς για το ίδιο ζήτημα. Χρειάζεται να δίνετε στους άλλους τα δώρα που σας χάρισε ο Θεός και να εισπράττετε απ’ τους άλλους τα δώρα που ο Θεός χάρισε σ’ εκείνους. Δεν είστε παρά «μια πελώρια ανάγκη» και χρειάζεται ν’ αποφεύγετε τις ακρότητες του τύπου «Εμένα δεν με χρειάζεται κανείς» ή «Εγώ δεν χρειάζομαι κανέναν». Όπου αυτό είναι δυνατό, να κοιτάξετε να βρείτε μια εκκλησία η οποία να κηρύττει το Λόγο του Θεού και να είναι εδραιωμένη στο ευαγγέλιο! Όλοι μας έχουμε ανάγκη από διδασκαλία, λατρεία, κοινωνία και την έκφραση της πίστης μας —με τον ευαγγελισμό και με το έργο του Θεού. Και τα δύο είναι απαραίτητα: τόσο το Βάπτισμα και το Δείπνο του Κυρίου όσο και η δομή η οποία θα σας κεντρίζει διαρκώς να αγαπάτε και να κάνετε καλά έργα. Μην παραμελείτε λοιπόν το να «συνέρχεσθε ομού» που συνιστά ο απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή (10, 24-25).

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«Η Ινδία που ξέραμε χάνεται γρήγορα», σχολιάζει χριστιανός επίσκοπος το viral βίντεο που έχει προκαλέσει οργή

Κωνσταντίνος Μεταλληνός

Παράδοξα της πίστης