John Stott. Ένας απλός, συνηθισμένος Χριστιανός
Μεταφέρω, αποσπασματικά, το περιεχόμενο του άρθρου του Tim Stafford που δημοσιεύτηκε χθές στο περιοδικό Christianity Today.
«Ο ευαγγελικός είναι ένας απλός, συνηθισμένος Χριστιανός», είπε ο John Stott σε μια συνέντευξή του το 2006. Από την επιστροφή του στο Χριστό ως μαθητής λυκείου το 1938 μέχρι το θάνατό του χθές, στα 90 του χρόνια, επιβεβαιώνεται ότι όντως ο Stott ήταν ένας απλός, συνηθισμένος Χριστιανός. Δεν υπήρξε πρωτότυπος στοχαστής, ούτε ο ίδιος το επιδίωκε αυτό. Πάντα θα συμβουλευόταν την Αγία Γραφή για να αντλήσει γνώση. Αυτό που τον χαρακτήριζε ήταν μια ξεχωριστή ικανότητα να την διεισδύει και να την ερμηνεύει.
Ο Stott ήξερε ακριβώς ποιός ήταν και από πού ήρθε. Γεννημένος σε μια συναισθηματικά κλειστή αλλά καλλιεργημένη οικογένεια από πατέρα γιατρό, πέρασε σχεδόν όλη του τη ζωή στην ίδια γειτονιά του Λονδίνου. Ως παιδί, επισκεπτόταν την εκκλησία All Souls, κάποιες φορές καθισμένος στο υπερώο της εκκλησίας πετώντας χάρτινα κατασκευάσματα στις κυρίες με τα καπέλα.
Ο Stott ήξερε ακριβώς ποιός ήταν και από πού ήρθε. Γεννημένος σε μια συναισθηματικά κλειστή αλλά καλλιεργημένη οικογένεια από πατέρα γιατρό, πέρασε σχεδόν όλη του τη ζωή στην ίδια γειτονιά του Λονδίνου. Ως παιδί, επισκεπτόταν την εκκλησία All Souls, κάποιες φορές καθισμένος στο υπερώο της εκκλησίας πετώντας χάρτινα κατασκευάσματα στις κυρίες με τα καπέλα.
Το 1945 ξεκίνησε την διακονία του, ως ποιμένας της εκκλησίας εκείνης με τον τότε βαριά κατεστραμμένο ναό της και παρέμεινε στέλεχός της για το υπόλοιπο της ζωής του. Τυπικός Εγγλέζος, όσον αφορά τα στερεότυπα διεισδυτικός, στωικός, με συνείδηση του χρόνου, τακτικός, ισορροπημένος.
Από την αρχή ήταν παθιασμένος με το χαρακτηριστικό γνώρισμα των Ευαγγελικών: τον ευαγγελισμό. Ο άνθρωπος που τον οδήγησε στο Χριστό, ο Eric Nash, εργαζόταν για τον Βιβλικό Σύνδεσμο ανάμεσα στην ελίτ των αγγλικών δημόσιων σχολείων. Ο Stott είχε μεγαλώσει σε οικογένεια όπου συνήθιζαν να πηγαίνουν στην εκκλησία και να διαβάζουν τη Βίβλο καθημερινά, αλλά ως νεαρός φοιτητής δεν είχε καμιά ιδέα περί προσωπικής σωτηρίας. Όταν ο Νash μοιράστηκε μαζί του τη σκηνή από την Αποκάλυψη 3, όπου ο Ιησούς στέκεται στην πόρτα και ζητά να του ανοίξει και να έρθει μέσα, κατάλαβε ο Stott το βαθύτερο νόημα αυτών των γραμμών, και σε σύντομο χρονικό διάστημα είχε γίνει ευαγγελικός Χριστιανός. Ο Νash δίδαξε τον Stott να μιλάει με άλλα παιδιά γι΄αυτό που είχε ανακαλύψει. Μέχρις ότου ο Stott πήγε στο πανεπιστήμιο, υπηρετούσε σε κατασκηνώσεις του Βιβλικού Συνδέσμου, οι οποίες ήταν απλά, ευαγγελιστικές.
Από την αρχή ήταν παθιασμένος με το χαρακτηριστικό γνώρισμα των Ευαγγελικών: τον ευαγγελισμό. Ο άνθρωπος που τον οδήγησε στο Χριστό, ο Eric Nash, εργαζόταν για τον Βιβλικό Σύνδεσμο ανάμεσα στην ελίτ των αγγλικών δημόσιων σχολείων. Ο Stott είχε μεγαλώσει σε οικογένεια όπου συνήθιζαν να πηγαίνουν στην εκκλησία και να διαβάζουν τη Βίβλο καθημερινά, αλλά ως νεαρός φοιτητής δεν είχε καμιά ιδέα περί προσωπικής σωτηρίας. Όταν ο Νash μοιράστηκε μαζί του τη σκηνή από την Αποκάλυψη 3, όπου ο Ιησούς στέκεται στην πόρτα και ζητά να του ανοίξει και να έρθει μέσα, κατάλαβε ο Stott το βαθύτερο νόημα αυτών των γραμμών, και σε σύντομο χρονικό διάστημα είχε γίνει ευαγγελικός Χριστιανός. Ο Νash δίδαξε τον Stott να μιλάει με άλλα παιδιά γι΄αυτό που είχε ανακαλύψει. Μέχρις ότου ο Stott πήγε στο πανεπιστήμιο, υπηρετούσε σε κατασκηνώσεις του Βιβλικού Συνδέσμου, οι οποίες ήταν απλά, ευαγγελιστικές.
Ο Stott τελικά θα αναδεικνυόταν ως ερμηνευτής της Βίβλου και δάσκαλος, αλλά τις πρώτες δεκαετίες της υπηρεσίας του απέκτησε φήμη ως ευαγγελιστής. Στην εκκλησία All Souls οδήγησε ο ίδιος πολλούς στο Χριστό, και οργάνωσε διδάσκοντας το εκκλησίασμα πώς να φέρουν τους φίλους και τους γείτονές τους στον Ιησού. Η All Souls είναι μια μεγάλη εκκλησία στο κέντρο της πόλης με ένα εντυπωσιακό μίγμα εύπορων και άπορων μελών, και Stott ήταν αποφασισμένος να μην αφήσει να παραμεληθεί καμία πλευρά. Πίστευε ακράδαντα ότι η τοπική εκκλησία θα πρέπει να είναι, πρωτίστως, ένας τόπος για ευαγγελισμό.
Υπήρξε εκλεκτός ομιλητής πολλών ευαγγελιστικών εκστρατειών του φοιτητικού συνδέσμου Inter-Varsity Christian Fellowship στα βρετανικά πανεπιστήμια, ιδιαίτερα στο Κέιμπριτζ και την Οξφόρδη. Η διακονία του αυτή στη συνέχεια επεκτάθηκε και στη Βόρεια Αμερική και σε όλον τον αγγλόφωνο κόσμο. Από αυτές τις ευαγγελιστικές ομιλίες βγήκε ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία του, «Βασικός Χριστιανισμός» (Basic Christianity, 1958), το οποίο έχει μεταφραστεί σε 25 γλώσσες και έχει πωληθεί σε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα.
Υπήρξε εκλεκτός ομιλητής πολλών ευαγγελιστικών εκστρατειών του φοιτητικού συνδέσμου Inter-Varsity Christian Fellowship στα βρετανικά πανεπιστήμια, ιδιαίτερα στο Κέιμπριτζ και την Οξφόρδη. Η διακονία του αυτή στη συνέχεια επεκτάθηκε και στη Βόρεια Αμερική και σε όλον τον αγγλόφωνο κόσμο. Από αυτές τις ευαγγελιστικές ομιλίες βγήκε ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία του, «Βασικός Χριστιανισμός» (Basic Christianity, 1958), το οποίο έχει μεταφραστεί σε 25 γλώσσες και έχει πωληθεί σε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα.
Όταν ο Billy Graham επισκέφτηκε για πρώτη φορά στην Αγγλία το 1946, ο Stott τον συνάντησε μοιράζοντας μαζί του το υπαίθριο κήρυγμα στο Speakers’ Corner στο Hyde Park. Το 1954 διοργάνωσε και έφερε εις πέρας μαζί με τον Graham, για 12 εβδομάδες, μία ευαγγελιστική εκστρατεία στο Harringay, όπου οι δύο έγιναν και στενοί φίλοι. Αργότερα η φιλία αυτή θα αποδειχτεί σημαντική για τη δημιουργία του Κινήματος της Λωζάνης, αλλά αξίζει να σημειωθεί ότι ξεκίνησε με την ενεργό κοινή δέσμευση για ευαγγελισμό.
Πάνω απ ' όλα όμως, ο Stott υπηρέτησε ως πρότυπο εμπιστοσύνης και διανοητικής διαύγειας. Πίστευε πως η διάνοια είναι δώρο του Θεού. Όταν στον χριστιανικό χώρο πολλές φορές επικρατεί η απλοϊκή πίστη, στο Stott αρέσει να σκάβει βαθιά στη Γραφή για να εξορυχίσει τον πλούτο της. Πολλοί άνθρωποι, ακούγοντάς τον για πρώτη φορά να κηρύττει, είπαν πως δεν είχαν ξανακούσει ποτέ την Αγία Γραφή να αναπτύσσεται με τέτοια σαφήνεια και βάθος. Το πάθος του ήταν να εξακριβώνει πάντα, τι λέει ο Θεός, και να αφήνει το μήνυμα αυτό να διαμορφώσει τη ζωή. Το κήρυγμα και το γράψιμο του Stott οδήγησε σε μια ανανέωση της πίστης στην έμπνευση της Αγίας Γραφής, όχι μόνο επειδή το υπερασπίστηκε ο ίδιος, αλλά γιατί πραγματικά το απέδειξε. Κύριο βιβλίο στο θέμα αυτό είναι «Ο νούς σου παίζει ρόλο: Η θέση του νου στη χριστιανική ζωή» (Your Mind Matters: The Place of the Mind in the Christian Life, 1972). Το 1982 βοήθησε να ξεκινήσει το Λονδρέζικο Ινστιτούτο Σύγχρονου Χριστιανισμού (London Institute for Contemporary Christianity), το οποίο προσφέρει μαθήματα και διαλέξεις σε μια ευρεία ποικιλία θεμάτων που σχετίζονται με τη ζωή στη σύγχρονη κοινωνία.
Κάθε εκατοστό του αναστήματος του Stott ήταν ευαγγελικό, αλλά μεταρρυθμιστικού χαρακτήρα ευαγγελικό. Ως ποιμένας στο Λονδίνο, ο Stott ένιωθε όλο και περισσότερο την ανάγκη, το ευαγγελικό κίνημα να διεκδικήσει την κληρονομιά του για δέσμευση ως προς τα κοινωνικά ζητήματα της ημέρας. Ένα από τα πιο σημαντικά έργα του ήταν το βιβλίο «Θέματα που οι Χριστιανοί αντιμετωπίζουν σήμερα» (Issues Christians Face Today, 1984), στο οποίο προσπάθησε να αντιμετωπίσει κρίσιμα θέματα της σύγχρονης κοινωνίας, όπως τις αμβλώσεις, τις εργασιακές σχέσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το αντίκτυπο του στον τομέα της κοινωνικής ανησυχίας όμως παρεξηγήθηκε. Το 1974, ο Σύλλογος Ευαγγελισμού Billy Graham συγκάλεσε ένα Διεθνές Συνέδριο Παγκόσμιου Ευαγγελισμού στη Λωζάνη της Ελβετίας. Δύο χιλιάδες πεντακόσιοι σύνεδροι το παρακολούθησαν. Πολλοί συμμετέχοντες κατάλαβαν για πρώτη φορά την παγκόσμια διάσταση της ευαγγελικής εκκλησίας. Ο Stott είχε κληθεί να δώσει την εναρκτήρια ομιλία σχετικά με τη φύση του ευαγγελισμού κατά τη Βίβλο. Ξεκίνησε με τη χαρακτηριστική του ταπεινότητα, ζητώντας «ένα σημάδι ευαγγελικής μετάνοιας». Μίλησε ξεκάθαρα και με μια αποκλειστική έκθεση της Γραφής πάνω στο θέμα, «Το μυαλό του ανθρώπου». «Εδώ λοιπόν είναι δύο εντολές, είπε. ‘Αγάπα τον πλησίον σου’ και ‘Πηγαίνετε, μαθητεύσατε τους λαούς’. Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στις δύο αυτές εντολές του Κυρίου; Μερικοί από μας συμπεριφέρονται σαν οι δυό αυτές εντολές να είναι ταυτόσημες. Άν έχουμε μεταδώσει το Ευαγγέλιο σε κάποιον, θεωρούμε ότι έχουμε ταυτόχρονα εκπληρώσει την ευθύνη μας να τον αγαπάμε. Αλλά όχι. Η Μεγάλη Αποστολή, προς Ευαγγελισμό των Εθνών, δεν εξηγεί, ούτε αναιρεί, ούτε αντικαθιστά τη Μεγάλη Εντολή για Αγάπη προς τον Πλησίον. Αυτό που κάνει είναι να προσθέτει στην εντολή της αγάπης και υπηρεσίας μας προς τον πλησίον μια νέα και επείγουσα χριστιανική διάσταση. Άν πραγματικά αγαπάμε τον πλησίον μας θα είμαστε χωρίς αμφιβολία πρόθυμοι να του πούμε τα καλά νέα του Ιησού. Αλλά επίσης, αν πραγματικά αγαπάμε τον πλησίον μας, δεν θα μείνουμε εκεί». Η ομιλία του Stott έδωσε τη δυνατότητα στους συνέδρους να επανεξετάσουν τις θέσεις τους, να ακούσουν τις απόψεις του άλλου, και να συνδέσουν κήρυγμα και κοινωνική δράση με συνέργεια.
Κάθε εκατοστό του αναστήματος του Stott ήταν ευαγγελικό, αλλά μεταρρυθμιστικού χαρακτήρα ευαγγελικό. Ως ποιμένας στο Λονδίνο, ο Stott ένιωθε όλο και περισσότερο την ανάγκη, το ευαγγελικό κίνημα να διεκδικήσει την κληρονομιά του για δέσμευση ως προς τα κοινωνικά ζητήματα της ημέρας. Ένα από τα πιο σημαντικά έργα του ήταν το βιβλίο «Θέματα που οι Χριστιανοί αντιμετωπίζουν σήμερα» (Issues Christians Face Today, 1984), στο οποίο προσπάθησε να αντιμετωπίσει κρίσιμα θέματα της σύγχρονης κοινωνίας, όπως τις αμβλώσεις, τις εργασιακές σχέσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το αντίκτυπο του στον τομέα της κοινωνικής ανησυχίας όμως παρεξηγήθηκε. Το 1974, ο Σύλλογος Ευαγγελισμού Billy Graham συγκάλεσε ένα Διεθνές Συνέδριο Παγκόσμιου Ευαγγελισμού στη Λωζάνη της Ελβετίας. Δύο χιλιάδες πεντακόσιοι σύνεδροι το παρακολούθησαν. Πολλοί συμμετέχοντες κατάλαβαν για πρώτη φορά την παγκόσμια διάσταση της ευαγγελικής εκκλησίας. Ο Stott είχε κληθεί να δώσει την εναρκτήρια ομιλία σχετικά με τη φύση του ευαγγελισμού κατά τη Βίβλο. Ξεκίνησε με τη χαρακτηριστική του ταπεινότητα, ζητώντας «ένα σημάδι ευαγγελικής μετάνοιας». Μίλησε ξεκάθαρα και με μια αποκλειστική έκθεση της Γραφής πάνω στο θέμα, «Το μυαλό του ανθρώπου». «Εδώ λοιπόν είναι δύο εντολές, είπε. ‘Αγάπα τον πλησίον σου’ και ‘Πηγαίνετε, μαθητεύσατε τους λαούς’. Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στις δύο αυτές εντολές του Κυρίου; Μερικοί από μας συμπεριφέρονται σαν οι δυό αυτές εντολές να είναι ταυτόσημες. Άν έχουμε μεταδώσει το Ευαγγέλιο σε κάποιον, θεωρούμε ότι έχουμε ταυτόχρονα εκπληρώσει την ευθύνη μας να τον αγαπάμε. Αλλά όχι. Η Μεγάλη Αποστολή, προς Ευαγγελισμό των Εθνών, δεν εξηγεί, ούτε αναιρεί, ούτε αντικαθιστά τη Μεγάλη Εντολή για Αγάπη προς τον Πλησίον. Αυτό που κάνει είναι να προσθέτει στην εντολή της αγάπης και υπηρεσίας μας προς τον πλησίον μια νέα και επείγουσα χριστιανική διάσταση. Άν πραγματικά αγαπάμε τον πλησίον μας θα είμαστε χωρίς αμφιβολία πρόθυμοι να του πούμε τα καλά νέα του Ιησού. Αλλά επίσης, αν πραγματικά αγαπάμε τον πλησίον μας, δεν θα μείνουμε εκεί». Η ομιλία του Stott έδωσε τη δυνατότητα στους συνέδρους να επανεξετάσουν τις θέσεις τους, να ακούσουν τις απόψεις του άλλου, και να συνδέσουν κήρυγμα και κοινωνική δράση με συνέργεια.
Ο Stott ήταν ο πρόεδρος της επιτροπής που συνέταξε το Σύμφωνο της Λωζάνης. Στο τέλος, το Σύμφωνο της Λωζάνης μίλησε καίρια, εκφράζοντας μια κοινή αποστολή που οι περισσότεροι σύνεδροι θα μπορούσαν να υποστηρίξουν με ενθουσιασμό. Και μίλησε για το μέλλον, παρέχοντας μια δήλωση που ευαγγελικές ομάδες θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν ως βασική τους δήλωση. Η «Λωζάνη» ήταν μια καθοριστική στιγμή για τον παγκόσμιο ευαγγελισμό με τον Billy Graham να είναι ο απαραίτητος «σύνεδρος» και ο John Stott ο απαραίτητος «συνδετικός κρίκος».
Τι είναι αυτό που μας μένει, τώρα που ο John Stott έφυγε; Τη κληρονομιά που αφήνει πίσω του μπορεί κανείς να την δει στην εκκλησία που υπηρέτησε τόσα χρόνια: μια ζωτική, ριζωμένη στη πίστη ευαγγελική κοινότητα μες την καρδιά του Λονδίνου. Μέχρι σήμερα, η εκκλησία All Souls λειτουργεί ως φάρος για τους επισκέπτες από όλο τον κόσμο.
Τα βιβλία του, επίσης, συνεχίζουν να μιλούν εύγλωττα: με σαφήνια και ακρίβεια, τονωτικά και ισορροπημένα. Τα ερμηνευτικά του σχόλια καλύπτουν ένα μεγάλο μέρος της Καινής Διαθήκης, γεφυρώνοντας το χάσμα μεταξύ ακαδημαϊκών εργασιών και προσεγμένων εργασιών για απλούς ανθρώπους. Πολλοί άνθρωποι θεωρούν το έργο του Stott, «Ο Σταυρός του Χριστού» ως το μέγα έργο του, αλλά όλο του το έργο αποτελεί μιά συνοπτική παρουσίαση του ευαγγελικού χριστιανισμού: κυριαρχείται από τη Βίβλο, γεμάτο από μια αίσθηση Χριστο-κεντρικής αποστολής.
Πέρα απ’ όλες τις δεξιότητες του, την ιδιοφυϊα του, το γράψιμό του, την επιχειρηματική ενέργεια του και το λαμπρό κήρυγμά του, η τελική κληρονομιά του John Stott μάλλον είναι το ανθρώπινο δυναμικό, δηλαδή οι άνθρωποι που επηρεάστηκαν από αυτόν. Υπήρξε μέντορας και φίλος για έναν τεράστιο αριθμό ανθρώπων σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν ο ίδιος βιβλικό κήρυγμα, με σεμνότητα και απλότητα ζωής. Έκανε εκατοντάδες άν όχι χιλιάδες φίλους και γέφυρες μεταξύ των πολιτισμών.
Πέρα απ’ όλες τις δεξιότητες του, την ιδιοφυϊα του, το γράψιμό του, την επιχειρηματική ενέργεια του και το λαμπρό κήρυγμά του, η τελική κληρονομιά του John Stott μάλλον είναι το ανθρώπινο δυναμικό, δηλαδή οι άνθρωποι που επηρεάστηκαν από αυτόν. Υπήρξε μέντορας και φίλος για έναν τεράστιο αριθμό ανθρώπων σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν ο ίδιος βιβλικό κήρυγμα, με σεμνότητα και απλότητα ζωής. Έκανε εκατοντάδες άν όχι χιλιάδες φίλους και γέφυρες μεταξύ των πολιτισμών.
«Φυσικά, από την ιδιοσυγκρασία του, είναι άνθρωπος εσωστρεφής», είπε κάποτε ο Chris Wright. «Είμαι πολύ χαρούμενος να βρίσκομαι στη δική του παρέα. Ωστόσο, ο ίδιος έχει δοθεί σε τόσους πολλούς ανθρώπους, και παρ’ όλ’ αυτά θυμάται ονόματα, γνωρίζοντας τις οικογένειές τους, τα παιδιά τους, τους γράφει γράμματα και προσεύχεται γι' αυτούς. Προσεύχεται συνεχώς για τους ανθρώπους. Κάθε φορά που θα τους συναντήσει και πάλι θα τους θυμάται γιατί προσευχόταν γι' αυτούς».
Κάποιος, τελικά, υπήρξε απλός, συνηθισμένος Χριστιανός. Δεν ανταποκρίνονται όλοι σε αυτό. Ο John Stott όμως ήταν ένας τέτοιος και ανταποκρίθηκε πλήρως στον χαρακτηρισμό αυτό.
Δες και την παλαιότερη συνέντευξη με τον John Stott.
Σχόλια